- λαζουρίτες
- Πυριτικά ορυκτά με πολυσύνθετη χημική σύνθεση (Na2,Ca)4·(SO4,S,Cl2)·(AlSiO4)6. Κρυσταλλώνονται στο κυβικό σύστημα, συνήθως όμως οι κρύσταλλοί τους είναι ασχημάτιστοι. Αποτελούν τυπικά ορυκτά επαφής ασβεστολιθικών πετρωμάτων. Λόγω του ωραίου τους χρώματος, χρησιμοποιούνται ευρύτατα ως διακοσμητικές πέτρες, τόσο στην κατασκευή κοσμημάτων όσο και για αρχιτεκτονικές διακοσμήσεις, ψηφιδωτές παραστάσεις, σε έπιπλα κλπ. Οι πολυτιμότερες ποικιλίες τους προέρχονται από τη Χιλή, τη Σιβηρία (στη ζώνη της λίμνης Βαϊκάλης) και το Αφγανιστάν.
Λαζουρίτες με μυρόλιθο από το Μπανταξάμ του Αφγανιστάν (Βρετανικό Μουσείο, Λονδίνο).
Οι λαζουρίτες χρησιμοποιήθηκαν από την αρχαιότητα ως πολύτιμο διακοσμητικό υλικό· στη φωτογραφία, αγγείο του 16ου αι. από λαζουρίτη (Μέγαρο Πίτσι, Φλωρεντία).
Dictionary of Greek. 2013.